Μεσογείτικα Έθιμα της Πρωτοχρονιάς από τον Γιάννη Πρόφη

Μεσογείτικα Έθιμα της Πρωτοχρονιάς από τον Γιάννη Πρόφη

Μεσογείτικα Έθιμα της Πρωτοχρονιάς από τον Γιάννη Πρόφη.

Η Βασιλόπιτα

Έφτιαχναν τη βασιλόπιτα μα και τα συνηθισμένα ψωμιά, τα καρβέλια.

Τη βασιλόπιτα την έψηναν στο φούρνο, σε μεγάλο ταψί, που είχαν λαδώσει προηγουμένως.

Στα εύπορα σπίτια έριχναν μέσα στο ζυμάρι γλυκάνισο αλλά και μαστίχα Χίου, που κοπάνιζαν στο γουδί.

Σε κάποιο σημείο της πίτας, που ήταν μυστικό, βύθιζαν μια δεκάρα, που την ονόμαζαν τυχερό.

Επάνω έριχναν σουσάμι ενώ έπλαθαν με το ζυμάρι λεπτούς κυλίνδρους, με τους οποίους σχημάτιζαν στην επιφάνεια ένα σταυρό.

Στις κεραίες του σταυρού, καθώς και στο κέντρο, τοποθετούσαν από ένα ολόκληρο καρύδι. Στην περιφέρεια του ψωμιού σχημάτιζαν γιρλάντες.

Με το σχήμα του σταυρού η πίτα χωριζόταν σε τέσσερα μέρη και σε κάθε ένα απ’ αυτά τοποθετούσαν πλάσματα ζυμαριού,

που σχημάτιζαν φιγούρες ανθρώπων, ζώων ή άλλων αγροτικών και ποιμενικών αντικειμένων και εργαλείων.

Υπήρχαν επιδέξιες νοικοκυρές, με ταλέντο, που έπλαθαν με το ζυμάρι αληθινά αριστουργήματα.

Τα ειδώλια αυτά διέφεραν από σπίτι σε σπίτι, ανάλογα με την οικογενειακή κατάσταση και τις ασχολίες της κάθε οικογένειας

και συμβόλιζαν τις επιθυμίες και τις ευχές για ευκαρπία και ευγονία κατά τη νέα χρονιά. Επειδή κατά τον 19ο αι. οι ασχολίες των κατοίκων

στα Μεσόγεια ήσαν σε κάθε οικογένεια κατά κύριο λόγο η κτηνοτροφία και κατά δεύτερο η γεωργία, τα θέματα των πλασμάτων

αναφέρονταν συνήθως σ’ αυτό το είδος εργασιών. Έτσι, σε κάθε τεταρτημόριο μιας τυπικής πίτας τοποθετούσαν τα ειδώλια από το ζυμάρι

ως εξής : Στο επάνω αριστερά πρόβατα, για να αυξηθούν τα κοπάδια τους και για να έχουν μεγάλη παραγωγή γάλακτος.

Στο επάνω δεξιά ανθρώπους της οικογένειας (άνδρας – γυναίκα – παιδιά), σε ολόσωμη απεικόνιση, για να έχουν υγεία και ευτυχία,

αλλά και στο κάτω αριστερά σχημάτιζαν αλέτρι, που το κρατούσε ο γεωργός, για να έχουν πλούσια σοδειά από τους καρπούς της γης,

ενώ στο κάτω δεξιά σχημάτιζαν τον βοσκό, με τη χοντρή του κάπα, την κουκούλα και τη γκλίτσα του, προς τιμήν του και για να είναι καλά να βόσκει τα πρόβατα.

Οι Μπόσκες, ο Στολισμός με Κλαδιά και Άλλες Ασχολίες

Την προπαραμονή έστελναν τα παιδιά στο βουνό ή στους γύρω λόφους για να ξεριζώσουν μπόσκες (=σκυλοκρέμμυδα ή μπότσικες),

που τις χρησιμοποιούσαν για να χτυπούν το πρωί της πρωτοχρονιάς τα κεφάλια των μελών της οικογένειας για το καλό της χρονιάς.

Έφερναν επίσης και κλαδιά δέντρων για τον στολισμό του σπιτιού.

Είναι όμως πολύ ενδιαφέρον το Μεσογείτικο έθιμο, που υπήρχε και σε άλλα μέρη της Ελλάδας, του στολισμού των δωματίων με κλαδιά μη φυλλοβόλων δέντρων ή θάμνων.

Τα κλαδιά ήσαν αρκετά μεγάλα και τα τοποθετούσαν σε σπασμένα κεραμικά κανάτια και πιθάρια για να στέκονται.

Αυτό γινόταν μάλλον την Πρωτοχρονιά και όχι τα Χριστούγεννα, για την υποδοχή του νέου χρόνου. Την παραμονή επίσης τοποθετούσαν

πίσω από την πόρτα του δωματίου ένα πέταλο αλόγου «για το γούρι». Το βράδυ της παραμονής της πρωτοχρονιάς όλοι προετοιμάζονταν

για τον εκκλησιασμό της επόμενης μέρας, λούζονταν και πλένονταν κατά τον γνωστό τρόπο, δηλ. τα πόδια, τα χέρια, φορούσαν καθαρά εσώρουχα, ενώ οι άντρες ξυρίζονταν.

Ασφαλώς τότε ήταν άγνωστο το ρεβεγιόν για την υποδοχή του νέου χρόνου, το οποίο σαν έθιμο ήρθε στα Μεσόγεια

περί τα μέσα του 20ου αι. από την Αθήνα. Τα μεσάνυχτα που έμπαινε ο νέος χρόνος όλοι κοιμούνταν. Άγνωστη ήταν και η δοξασία

ότι ο Άγιος Βασίλης έφερνε αυτή τη νύχτα δώρα στα παιδιά από την καμινάδα. Τα παιδιά δεν περίμεναν κανένα δώρο ή παιχνίδι,

αφού ακόμα και οι εύπορες οικογένειες δεν συνήθιζαν να αγοράζουν παιχνίδια για τα παιδιά τους.

Το Καλημέρι της Πρωτοχρονιάς

Αντίθετα με το καλημέρι των Χριστουγέννων, που λεγόταν ανέκαθεν στην ελληνική γλώσσα, αυτό της πρωτοχρονιάς λεγόταν

αποκλειστικά στην αρβανίτικη, τουλάχιστον μέχρι τις αρχές του 20ου αι., οπότε άρχισε σταδιακά να αντικαθίσταται από το ελληνικό «Αρχιμηνιά κι αρχιχρονιά».

Όπως και τα Χριστούγεννα, το καλημέρι το έλεγαν μικροί και μεγάλοι, το πρωί τα παιδιά και το βράδυ οι άντρες από 20 ετών και πάνω.

Πάντως οι μεγάλοι δεν ανήκαν στην τάξη των «νοικοκυραίων», αλλά στις φτωχότερες των εργατών και των ακτημόνων.

Τα αρβανίτικα κάλαντα της Πρωτοχρονιάς στα Μεσόγεια άρχισαν να αντικαθίστανται από τα ελληνικά ήδη από τις αρχές του 20ου αι.,

αν και ακούγονταν από τους μεγάλους μέχρι τη δεκαετία του 1930. Τα αρβανίτικα κάλαντα, όπως διαπιστώνει κανείς,

είναι σε πολλά σημεία πιστή μετάφραση των αντίστοιχων ελληνικών. Το νόημά τους διακατέχεται από έντονο αίσθημα φιλανθρωπίας

και αλληλεγγύης, όπως ταιριάζει στις εορταστικές ημέρες των Χριστουγέννων και της Πρωτοχρονιάς.

Μεσογείτικα Έθιμα της Πρωτοχρονιάς από τον Γιάννη Πρόφη…

Ο Εκκλησιασμός

Πολύ πριν ξημερώσει η μέρα της πρωτοχρονιάς, η καμπάνα της εκκλησίας χτυπούσε δυνατά και επίμονα, για να ξυπνήσει

ο κόσμος και να πάει να παρακολουθήσει την εορταστική λειτουργία. Όποιος από τους μεγάλους της οικογένειας ξυπνούσε πρώτος,

γονιός, παππούς ή γιαγιά, έπαιρνε τη μπόσκα και τη χτυπούσε στα κεφάλια αυτών που κοιμούνταν ακόμα λέγοντας:

«Χρόνια πολλά, με υγεία και καλή σοδειά να περάσουμε τον καινούργιο χρόνο. Σήκω, γιατί χτυπάει η καμπάνα»

(Apß. <<Mote shumë. me shëndet, me beriget të shkojmë vitin e ri. Ngru, se bie kambana >>).

Ετοιμάζονταν και ξεκινούσαν όλοι μαζί για την εκκλησία. Όταν έβρεχε ή είχε πολύ κρύο, οι γυναίκες και τα παιδιά έπαιρναν μαζί τους χράμια

ή άλλα σκεπάσματα και κάλυπταν μ’ αυτά τα κεφάλια και τις πλάτες τους, ενώ οι άντρες φορούσαν την ποιμενική κατσούλα

(=κουκούλα), εφόσον βέβαια διέθεταν αυτό το είδος πολυτελείας.

Το Πρωινό Φαγητό και οι Ασχολίες μέχρι το Μεσημέρι

Όταν τελείωνε η λειτουργία, αφού χαιρετιούνταν και αντάλλασσαν ευχές με όλους τους γνωστούς και φίλους, γύριζαν στο σπίτι.

Αλλά και πάλι ήταν ακόμη πολύ πρωί και έπρεπε κάτι να φάνε, γιατί έπρεπε να περάσουν πολλές ώρες μέχρι το μεσημεριανό φαγητό.

Έτσι, όπως και τα Χριστούγεννα, κάθονταν στον σοφρά, δίπλα στο τζάκι, να φάνε λίγη σούπα από το κεφαλάκι

του αρνιού ή την (τον) πατσά και τα ποδαράκια του, που είχαν ετοιμάσει αποβραδίς.

Πριν όμως από τη σούπα έπρεπε οπωσδήποτε να φάνε κάτι γλυκό, μια δίπλα ή ένα μελομακάρονο που τους σέρβιρε η νοικοκυρά.

Το γλυκό προηγείτο, γιατί έπρεπε τέτοια μέρα που ήταν, να γλυκαθεί πρώτα το σπίτι. Μετά το πρωινό φαγητό, η γιαγιά και η μάνα

άναβαν το φούρνο για να ψήσουν στο ταψί το αρνί ή τη γαλοπούλα ή και τα δυο μαζί με πατάτες, αν η οικογένεια ήταν εύπορη.

Αλλά και πάλι τα περισσότερα σπίτια προτιμούσαν το αρνί. Το χοιρινό κρέας, αντίθετα με όλη την υπόλοιπη σχεδόν Ελλάδα,

δεν ήταν τις μέρες των εορτών στις προτιμήσεις των Μεσογειτών. Η μόνη εποχή που συνήθιζαν να το τρώνε περισσότερο,

ήταν οι Αποκριές. Το κρέας του γουρουνιού, παρόλο που ήταν νοστιμότατο, το απέφευγαν, γιατί το θεωρούσαν βρώμικο.

Μεσογείτικα Έθιμα της Πρωτοχρονιάς από τον Γιάννη Πρόφη…

Παιχνίδια

Τα παιδιά, αγόρια και κορίτσια, αλλά και μεγάλοι άντρες, πριν το μεσημέρι έβγαιναν στο δρόμο για να παίξουν με τους γειτόνους.

Τα παιχνίδια ήταν και πάλι το μπούτσι, η «γούβεζα»και τόπι, που ήταν ένα κουβάρι από κλωστή ή λωρίδες από κουρέλια.

Το Μεσημεριανό Γεύμα και η Υπόλοιπη Μέρα

Το μεσημέρι, όταν το φαγητό έβγαινε από το φούρνο, κάθονταν όλοι γύρω από το σοφρά και έτρωγαν.

Εντύπωση προκάλεσε η… ελληνομάθεια μιας γιαγιάς, περί τα τέλη του 19ου αι. στην Παιανία,

όταν κατόρθωσε να δώσει στο πρωτοχρονιάτικο την πιο κάτω ευχή στην ελληνική γλώσσα:

«Έλα Χριστέ και Παναγιά κι οι δώδεκα Αποστόλοι. Καλή όρεξη!»

Μια νεότερη γυναίκα θαύμασε τη γιαγιά λέγοντας:

«Για κοίτα που ξέρει και μιλάει όπως οι κύριοι!» (αρβ. «Moj vizhdo çë di të flasé shklirishte!»)

(Διήγηση της γιαγιάς Ελένης Δ. Κιούση).

Στο τραπέζι η βασιλόπιτα μοιραζόταν στα άτομα της οικογένειας ενώ αυτός που κέρδιζε τη δεκάρα ήταν ο τυχερός της χρονιάς.

Προηγουμένως όμως τα εύπορα σπίτια είχαν στείλει τα παιδιά σε ένα –δυο σπίτια φτωχών, για να τους πάνε ένα πιάτο από το φαγητό τους.

Το απόγευμα έκαναν επισκέψεις σε σπίτια, κυρίως σε εορταζόμενους Βασίληδες μα και Βασιλικές. Το δώρο ήταν ένα πιάτο με λίγα γλυκίσματα,

δίπλες αλλά και μελομακάρουνα ή και κάποιο φρούτο. Φεύγοντας έπαιρναν πίσω το πιάτο τους, πάλι όμως με δυο -τρία γλυκά, που έβαζε μέσα η νοικοκυρά από τα δικά της.

Μεσογείτικα Έθιμα της Πρωτοχρονιάς από τον Γιάννη Πρόφη…

Το Ποδαρικό

Το πρωί της Πρωτοχρονιάς μόνο μικρά παιδιά έκαναν επισκέψεις σε ξένα σπίτια, σπάνια μεγάλοι. Μόνο τα παιδιά ήσαν ευπρόσδεκτα.

Ο επισκέπτης, κι όταν ακόμη βρισκόταν στην αυλή, έπρεπε πριν περάσει μέσα να πει: «Καλημέρα, καλημέρα amë një dhiplë të dal nga dera»

δηλ. «δώσε μου μια δίπλα να βγω απ’ την πόρτα» Τότε κάποιος του σπιτιού τον ρωτούσε αν έχει καλό ποδαρικό και εφόσον απαντούσε

καταφατικά, του επέτρεπαν την είσοδο, πάντα με το δεξί πόδι. Αυτή τη μέρα αν ο επισκέπτης ζητούσε να του δώσουν ή να του δανείσουν

κάτι για να πάρει μαζί του, φαγώσιμο ή οποιοδήποτε άλλο αντικείμενο, απαγορευόταν αυστηρά να δώσουν, γιατί το θεωρούσαν γρουσουζιά.

Η Χαρτοπαιξία

Τα τυχερά παιδικά παιχνίδια και η χαρτοπαιξία των μεγάλων ήσαν αρκετά συνηθισμένα τις μέρες των εορτών,

ιδιαίτερα την παραμονή της πρωτοχρονιάς. Οι άντρες έπαιζαν χαρτιά με μικρά χρηματικά ποσά, μερικές φορές και μεγάλα,

στα καφενεία καθώς και στα σπίτια μέχρι τα μεσάνυχτα. Στο καφενείο του Λεωνίδα Δάβαρη στο Λιόπεσι έγινε κάποτε φόνος εξαιτίας φιλονικίας για τα χαρτιά.

Μεσογείτικα Έθιμα της Πρωτοχρονιάς από τον Γιάννη Πρόφη.

 

 

 

Τελευταία Νέα

Αφήστε μια απάντηση

error: Content is protected !!